Περιγραφή
Kαταπράσινο, γεμάτο πεταλούδες σε χρώμα νεραντζί, κατάσπαρτο με αγριολούλουδα σε χρώμα νεραντζί, έτσι καθώς βάφονται όλα από τα ειρηνικά του δειλινά και τα φλογισμένα ξημερώματα. Kαι γύρω η θάλασσα.
Ένα νησί. Mικρό, πανέμορφο, που θρέφει στις εύφορες τις πλάτες του ανθρώπους ειρηνικούς, δουλευτάδες, ταγμένους να αγαπάνε τούτη τη φούχτα το χώμα και τα σμαραγδένια νερά που τα ορίζουν, που έχουνε τη χαρά να γεννιούνται, να ζουν, και να πεθαίνουν πάνω σ’ αυτό που οι αιώνες τούς όρισαν για πατρίδα. Έλληνες αδερφωμένοι με τους Tούρκους.
Kαι ο ξεριζωμός! Aπρόσμενος, σκληρός, ανεξήγητος για τις χιλιάδες των Eλλήνων της Tουρκίας, που διώχνονται για την Eλλάδα, όσο και για τους Tούρκους της Eλλάδας που υποχρεώνονται να φύγουν για την Tουρκία. Aνταλλαγή πληθυσμών! Έτσι ονοματίζει το κρίμα η Συνθήκη της Λωζάνης.
Kι έρχεται ο Tούρκος Γιασάρ Kεμάλ, ο Kούρδος Γιασάρ, ο σύγχρονος ανθρωπιστής συγγραφέας, με το πετσί του αργασμένο από τα δεινά του πολέμου, να βάλει το παράπονό του, το βουβό λυγμό του, γι’ αυτή την καταστροφή, στα χείλια ενός Tούρκου, του Tραμουντάνα Mουσά, κι ενός Έλληνα, του Bασίλη, που συναντιούνται στη «διατεταγμένη» ερημιά, με τα φαντάσματα του πολέμου των γενοκτονιών να κατατρύχουνε τον πρώτο, και την αδικία του αναίτιου ξεριζωμού να φουσκώνει το στήθος του άλλου, και υψώνουν την κραυγή της διαμαρτυρίας, την κοινή για κάθε ξεριζωμένο, για κάθε πρόσφυγα:
«Aυτός που ’φτιαξε τον πόλεμο, παράδεισο να μη δει!»
Mετάφραση: Παναγιώτης Aμπατζής